Ο εορτασμός μιας «επετείου» πρώτα απ΄όλα υποδηλώνει την επιθυμία απόδοσης τιμής – σε έναν άνθρωπο, ένα γεγονός, μια υπηρεσία, ένα λειτούργημα. Μαζί όμως, είναι και μια ευκαιρία αναστοχασμού, μιας αναδρομής στο ιστορικό πλαίσιο της δεδομένης εποχής και μιας επαναξιολόγησης της σημασίας/αξίας του τιμωμένου, όπως τη βλέπουμε τώρα με την απόσταση του χρόνου.
Τα 100 χρόνια του ΒΗΜΑΤΟΣ έχουν λοιπόν (από μόνα τους) μιαν αυταξία. Το βάρος της ηλικίας είναι ένα γεγονός ιδιαίτερα σημαντικό σε μια χώρα που – κόντρα στη μακραίωνη ιστορία της – δεν έχει οργανισμούς με παράδοση χρόνων. Ο κύκλος ζωής επιχειρήσεων, θεσμών, οργανισμών είναι σύντομος. Ακολουθεί συνήθως τον ανατρεπτικό ρυθμό της δημόσιας ζωής και των παρεπόμενων συνεχών μετεξελίξεων της ελληνικής κοινωνίας.
Ωστόσο το ΒΗΜΑ, υπήρξε για έναν αιώνα ένας σταθερός πόλος δημοσίου διαλόγου, επιδραστικών παρεμβάσεων και πολυχρωμίας απόψεων στο πλαίσιο πάντα του δημοκρατικού αστικού φιλελευθερισμού. Η ίδια η ίδρυσή του εξάλλου, στις 6 Φεβρουαρίου 1922, αυτό τον σκοπό ήθελε να εξυπηρετήσει και σε αυτόν έμεινε προσηλωμένη η εφημερίδα σε όλη τη μακρά της διαδρομή. Γιατί ήταν μια ιδιαίτερα ταραγμένη εποχή τότε, που ο Μακεδονομάχος Δημήτριος Λαμπράκης αποφάσισε την έκδοσή της. Eίχαν προηγηθεί η πτώχευση του 1893 κι ο πόλεμος του ΄97, η Ελλάδα βρισκόταν υπό τον διεθνή οικονομικό έλεγχο, ενώ λίγους μήνες μετά ακολούθησαν η Μικρασιατική καταστροφή και η συνθήκη της Λωζάννης. Μεγαλωμένος δημοσιογραφικά στην εφημερίδα «Πατρίδα», ο Λαμπράκης αποφάσισε με μια πλειάδα διακεκριμένων συνεργατών, να δοκιμάσει το ΄22 το δικό του εγχείρημα. «Πρόγραμμά μας είναι το πρόγραμμα του Κόμματος των Φιλελευθέρων» διακήρυξε εξαρχής «χωρίς φόβο και χωρίς πάθος» – και για να υπογραμμίσει αυτή τη διασύνδεση, ονόμασε την εφημερίδα του «Ελεύθερο Βήμα» παραπέμποντας έμμεσα στον Ελευθέριο Βενιζέλο κι επιδιώκοντας την επιστροφή του. Αρχικά στην Ελλάδα, αργότερα στην πρωθυπουργία.
Το ΒΗΜΑ, όπως μετονομάστηκε το 1945 το Ελεύθερο Βήμα, αποτελεί επομένως ένα μνημείο σταθερότητας και αντοχής. Αναγνώστες του είναι τρείς – σχεδόν τέσσερις – γενιές ελλήνων, που επηρεάστηκαν από την εκσυγχρονιστική οπτική της εφημερίδας κι επηρέασαν με τη σειρά τους την πορεία της χώρας. Κι αυτή είναι η ιδιαίτερη ποιοτική αξία του. Εφημερίδα, που ήταν και είναι, πριν απ΄όλα πολιτική, δοκιμάστηκε μέσα από τις πολιτικές περιπέτειες της χώρας: τον ταραγμένο Μεσοπόλεμο, τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου, την έκρηξη του Β΄Παγκοσμίου πολέμου, την Κατοχή, τον Εμφύλιο και τα μετεμφυλιακά χρόνια, τον Ανένδοτο, την Αποστασία, τη χούντα και τη μακρά περίοδο της μεταπολίτευσης, που σημαδεύτηκε απ΄την οικονομική κρίση, τα μνημόνια, την πανδημία και τις σοβαρές περιφερειακές γεωστρατηγικές ανακατατάξεις.
Περνώντας λοιπόν μέσα από τις μυλόπετρες της ελληνικής πολιτικής ιστορίας, το ΒΗΜΑ συνεισέφερε στην εμπέδωση της δημοκρατίας και της συνταγματικής τάξης, στον εμπλουτισμό του προβληματισμού και του δημοσίου διαλόγου σε όλα τα επίπεδα, κάποιες φορές με επιπτώσεις – όπως υπήρξε η αναστολή της έκδοσης. Ή ακόμη και με απειλές για την αναστολή της έκδοσης.
Από τις σελίδες του πέρασαν και περνούν φωτισμένοι άνθρωποι (ο Ελ. Βενιζέλος υπήρξε τακτικός αρθρογράφος του), οξυδερκείς αναλυτές, ταλαντούχοι σκιτσογράφοι, χαρισματικοί πεζογράφοι, αφοσιωμένοι ρεπόρτερς και φωτογράφοι. Πέραν δηλαδή του ενημερωτικού της χαρακτήρα, η εφημερίδα, ο κόσμος της εφημερίδας επηρέασε σημαντικά τη σκέψη, την κρίση και τον γραπτό λόγο των νεοελλήνων.
Στα σύγχρονα χρόνια – των αλλεπάλληλων ανατροπών, των διαρκών αλλαγών και της συνεχούς αμφισβήτησης των σταθερών – οι αναγνώστες έχουν ακόμη μεγαλύτερη ανάγκη από ένα φιλτράρισμα των ειδήσεων, από μια σύνθεση των γεγονότων που εκδηλώνονται ανά τον κόσμο και την ανάδειξη του πώς η τροχιά του ενός επηρεάζει την πορεία του άλλου, έχουν την ανάγκη μιας επεξήγησης κι ενός προσανατολισμού. Οι αναγνώστες ζητούν απ΄την εφημερίδα να ενημερωθούν, να αποκτήσουν γνώσεις, να δοκιμάσουν τις απόψεις τους, να επιβεβαιώσουν ή να διαγράψουν τις εικασίες τους. Και αυτή την υπηρεσία επιτελεί άξια το ΒΗΜΑ.
Η επέτειος των 100 χρόνων δείχνει τέλος, πως στη σχέση εφημερίδας και αναγνωστών καλλιεργήθηκε με επιτυχία ένας κρίσιμος παράγοντας: η εμπιστοσύνη. Η ευστοχία των αναλύσεών του, η προβλεπτικότητα των άρθρων του, η πίστη στο εφικτό, διαμόρφωσε μια σχέση εμπιστοσύνης με τους αναγνώστες, που υπήρξε διαχρονική και επέτρεψε τη μακροημέρευση της εφημερίδας.
Η ιστορία του ΒΗΜΑΤΟΣ υπήρξε ένας διαρκές καθημερινό στοίχημα, μια κούρσα αντοχής, ένας αγώνας κύρους και αξιοπιστίας, που ολοκληρώνοντας τον κύκλο του πρώτου αιώνα, εύχομαι να πορευτεί με την ίδια επιτυχία στον επόμενο.