του Κώστα Σημίτη
Συστηματικές προσεγγίσεις για την υπέρβαση της υστέρησης της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας κατά κανόνα δεν απασχολούν τα πολιτικά κόμματα. Τα προγράμματά τους εκφράζουν με γενικότητα την άποψή τους για τα κοινωνικά προβλήματα, καταγράφουν κυρίως υποσχέσεις προς τους ψηφοφόρους και αναπτύσσουν έντονη πολεμική κατά των αντιπάλων. Βοηθούν στις έντονες αντιπαραθέσεις αλλά πολύ λίγο στην εφαρμογή μιας πολιτικής. Η εφαρμογή της πολιτικής προκύπτει στις συσκέψεις μετά τη νικηφόρο αναμέτρηση. Αποτιμώνται οι διάφορες δεσμεύσεις και κυρίως οι οικονομικές δυνατότητες, οι πολιτικές σκοπιμότητες και οι τρόποι εξυπηρέτησης των ψηφοφόρων του κόμματος. Το προϊόν είναι κατά κανόνα μια λίστα πρωτοβουλιών αβέβαιων ως προς τον χρόνο και το κόστος πραγματοποίησης, πλαισιωμένη από την επανάληψη υποσχέσεων. Ο προγραμματισμός αυτός δεν έχει μακροπρόθεσμο χαρακτήρα και γι’ αυτό δεν συντελεί στην αντιμετώπιση των σημαντικών προβλημάτων της χώρας.
Μια ευπρόσδεκτη και αξιόλογη αλλαγή πραγματοποιήθηκε τελευταία. Δημοσιεύτηκαν δύο σημαντικά προγραμματικά κείμενα, τα οποία ασχολούνται λεπτομερειακά με την ελληνική υστέρηση και την αντιμετώπισή της. Δεν είναι κομματικά, αλλά εκφράζουν τις απόψεις που υποστηρίζονται στον ευρύτερο χώρο μεταξύ των ακραίων κομμάτων. Είναι ο χώρος που έχει και θα έχει καθοριστικό ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις. Το ένα κείμενο είναι η «Έκθεση Πισσαρίδη» 1 και το άλλο το άρθρο του καθηγητή Νίκου Χριστοδουλάκη «Ταμείο Ανάκαμψης και Δημοσιονομικές προοπτικές» 2 . Και οι δύο εισηγήσεις παρουσιάζουν προτάσεις προγραμμάτων για την αντιμετώπιση της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης της χώρας.
Η αναγκαία επεξεργασία προγραμμάτων για την πρόοδο της χώρας, όσο καλή και αν είναι, δεν επαρκεί για την πραγματοποίηση των αλλαγών που επιβάλλονται. Προϋπόθεση επιτυχημένης εφαρμογής τους είναι η κατανόησή τους από τους πολίτες και η ενεργός συμπαράστασή τους, ώστε να καταστεί δυνατή η πραγματοποίηση των στόχων που επιδιώκονται. Η εμπειρία δείχνει ότι μέτρα που δεν συμβιβάζονται με τις παραδοσιακά εφαρμοζόμενες αντιλήψεις και υπάρχουσες πρακτικές συναντούν έντονες αντιδράσεις ανεξάρτητα από υπάρχουσες κομματικές πεποιθήσεις. Χρειάζεται γι’ αυτό στοχευμένη ενημέρωση και κινητοποίηση για τη στήριξη τους. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η προσπάθεια αναμόρφωσης του ασφαλιστικού το 2001. Το καλά επεξεργασμένο σχέδιο συνάντησε την έντονη αντίδραση των συνδικάτων και εκτεταμένη κοινωνική δυσπιστία. Η προοπτική μιας ισχυρής διάστασης με ένα σημαντικό τμήμα της κοινωνίας οδήγησε την τότε κυβέρνηση στην απόσυρση της πρότασης και στην προσπάθεια αντιμετώπισης του προβλήματος με επιμέρους ρυθμίσεις. Οι ρυθμίσεις αυτές, αλλά ιδίως όσες έγιναν από τότε μέχρι σήμερα, οδήγησαν σε ένα σύστημα πιο αυστηρό για τους ασφαλιζόμενους από εκείνο που κατακρίθηκε και επίσης στην μερική επιβίωση μιας αρνητικής πολυπλοκότητας της νομοθεσίας. Το πρόβλημα δεν αντιμετωπίστηκε μακροπρόθεσμα.
Η αναγκαία δημιουργική συνεργασία για την εφαρμογή μιας πολιτικής δεν επιτυγχάνεται ακόμη και με έντονη πληροφόρηση, εάν μεσολαβεί ελάχιστος χρόνος, όπως συνήθως συμβαίνει, μεταξύ ανακοινώσεων και εφαρμογής των νέων ρυθμίσεων. Ούτε είναι αρκετή η συζήτηση με τους εκπροσώπους όσων αφορούν τα μέτρα. Οι εκπρόσωποι, οι οποίοι έχουν εθιστεί επί χρόνια σε υπάρχουσες ρυθμίσεις και πιθανότατα εκμεταλλεύονται τα διάφορα προβλήματα για να ισχυροποιούν το ρόλο τους, αντιδρούν κατά κανόνα σε αλλαγές, ιδίως αν δεν τις παρουσιάσουν ως δικά τους επιτεύγματα και σύμφωνα με τα μόνιμα αιτήματά τους. Μόνιμες και ισχυρές αντιδράσεις συναντούν αλλαγές, οι οποίες αν και καθιστούν το κράτος πιο αποτελεσματικό, καταργούν διαδικασίες, που εξασφαλίζουν την ύπαρξη μιας πολυπρόσωπης γραφειοκρατίας, επιβάλουν νέους τρόπους δράσης, που συνδέονται με επιμόρφωση και επιλογές προσώπων, ή εισάγουν νέες τεχνολογίες και καταργούν υφιστάμενα συστήματα εργασίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι απεργίες των δικηγόρων. Διαμαρτύρονται φραστικά για δικαστικές διαδικασίες που διαρκούν χρόνια, αλλά προχωρούν σε κινητοποιήσεις, όταν επιδιώκεται η συντόμευση των διαδικασιών και η ταχύτερη εκδίκαση υποθέσεων ή η εφαρμογή διαδικασιών χωρίς υποχρεωτική παρουσία τους.
Οι σημαντικές αλλαγές για να εφαρμοσθούν χρειάζονται προηγουμένως τη συστηματική πληροφόρηση του κοινού. Όχι μόνο για τις ωφέλειες που θα προκύψουν για ορισμένη ομάδα, αλλά και για τη συμβολή τους στην καλύτερη λειτουργία και πρόοδο της κοινωνίας. Η πράσινη ανάπτυξη είναι ένα θέμα που επικαλούνται όλες οι πολιτικές παρατάξεις. Η Ελλάδα ανήκει στις χώρες που παρά τη συνεχή ανάδειξη της ανάγκης να αναπτυχθούν οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στηρίζει την παραγωγή ενέργειας στο λιγνίτη. Εκτεταμένες είναι οι κινητοποιήσεις εναντίον της εγκατάστασης συστημάτων αξιοποίησης της αιολικής ενέργειας. Στην Κρήτη, μάλιστα, καταστράφηκαν ανεμογεννήτριες από κατοίκους της περιοχής. Το κύριο επιχείρημα είναι, ότι έχουν αρνητική επίπτωση στο περιβάλλον. Η χώρα ήδη καθυστερεί στην εφαρμογή των σχετικών διεθνών συνθηκών για τον περιορισμό της λιγνιτοπαραγωγής και πληρώνει πρόστιμα. Αν δεν μπορέσει να ανταποκριθεί στις διεθνείς συμφωνίες στο άμεσο μέλλον, οι οικονομικές συνέπειες θα είναι ιδιαίτερα αρνητικές. Η Τράπεζα της Ελλάδος έχει υπολογίσει ότι η μη προσαρμογή της Ελλάδος στην κλιματική αλλαγή θα της κοστίσει 701 δις ευρώ περίπου μέχρι το 2100.
Η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα εφαρμόσει έναν «αποχαιρετισμό στον λιγνίτη» με 16 μεγάλες επενδύσεις π.χ. ανάπτυξη φωτοβολταϊκών πάρκων. Το κλίμα στις περιοχές που παράγουν ή αξιοποιούν τον λιγνίτη παραμένει όμως εχθρικό. Ουσιαστική αλλαγή στον ενεργειακό τομέα θα υπάρξει όμως μόνον όταν οι πολίτες πειστούν για την ανάγκη εκμετάλλευσης της αιολικής ενέργειας, όταν οι εργαζόμενοι στα λιγνιτωρυχεία διαπιστώσουν ότι υπάρχουν προγράμματα που αντιμετωπίζουν και τα δικά τους προβλήματα, όταν το άγχος για το οικονομικό μέλλον στις περιοχές που παράγουν λιγνίτη αντιμετωπιστεί με πειστικά προγράμματα.
Γνωστό πρόβλημα μεταρρύθμισης, που δεν πραγματοποιείται, είναι η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού προσωπικού και των εκπαιδευτικών μονάδων. Οι προσπάθειες μεταρρύθμισης ματαιώθηκαν με κινητοποιήσεις και απεργίες των εκπαιδευτικών. Τα πολιτικά κόμματα διστάζουν να πάρουν θέση. Η κοινή γνώμη είναι αντιφατική. Δεν έχει πραγματοποιηθεί μέχρι σήμερα μια έντονη εκστρατεία που θα κινητοποιούσε την κοινή γνώμη να απαιτήσει την αξιολόγηση. Η αξιολόγηση εξασφαλίζει τη βέβαιη βελτίωση της εκπαίδευσης, την πληροφόρηση γονέων, μαθητών και φοιτητών για τα προβλήματα και την αντιμετώπισής τους και την κοινωνική λογοδοσία των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, ώστε να επιτευχθεί η βελτίωση του εκπαιδευτικού συστήματος συνολικά.
Στην Ελλάδα θα διατεθούν σύμφωνα με αποφάσεις της Ένωσης 59,5 δις ευρώ που θα μας ανήκουν. Θα μπορούν χρησιμοποιηθούν για έργα και δραστηριότητες σε ένα ευρύτερο πλαίσιο που θα καθορίσει η Ένωση. Επιπρόσθετα θα χορηγηθούν 12,5 δις ευρώ ως δάνεια. Τα χρήματα αυτά θα αποτελέσουν αντικείμενο έντονης διαμάχης μεταξύ κοινωνικών ομάδων. Π.χ. όσοι οφείλουν χρήματα στο κράτος ή σε πιστωτικά ιδρύματα και κινδυνεύουν να πτωχεύσουν θα τα θεωρήσουν ως αποκλειστική σανίδα σωτηρίας. Θα απαιτήσουν να τους παρασχεθούν και θα αμφισβητήσουν ταυτόχρονα κάθε άλλη χρήση. Αλλά και σε πολιτικό επίπεδο τα κόμματα και οι παράγοντές τους θα κρίνουν την κατανομή με κριτήριο τα εκλογικά τους συμφέροντα και την υποβοήθηση των κοινωνικών ομάδων που τα στηρίζουν. Αν επικρατήσουν οι πελατειακές απόψεις, η Ελλάδα θα χάσει την ευκαιρία να υπερνικήσει τη σοβαρή υστέρησή της και να αποκτήσει σε συγκεκριμένους τομείς έναν ουσιαστικό ρόλο στην ευρωπαϊκή ανάπτυξη. Τα χρήματα θα πρέπει να διατεθούν σε σημαντικό βαθμό σε στήριξη της βιομηχανικής παραγωγής και των επιχειρήσεων εξαγωγικού προσανατολισμού με σύγχρονες υποδομές. Παράδειγμα είναι οι επιχειρήσεις που μπορούν να αντιμετωπίσουν με επιτυχία τον ανταγωνισμό στη μεταποίηση της αγροτικής παραγωγής. Ο τουρισμός παραμένει επίσης μια δραστηριότητα, στον οποίο η Ελλάδα διαθέτει ακόμη πολλά πλεονεκτήματα. Θα πρέπει να αξιοποιηθούν.
Η Ελλάδα κατατάσσεται προτελευταία ανάμεσα στις 28 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά των ψηφιοποίηση των επιχειρήσεων και των δημοσίων υπηρεσιών με στοιχεία του 2019. Η υστέρηση αυτή συντηρεί την αυξανόμενη αδυναμία της δημόσιας διοίκησης αλλά και επιχειρήσεων να εξυπηρετήσουν το κοινό και την όλο και πιο εκτεταμένη καθυστέρηση στην εφαρμογή αποφάσεων. Η προσπάθεια που ξεκίνησε το τελευταίο διάστημα πρέπει να ενταθεί παρόλο που οι αναγκαίες μεταβολές θα προκαλέσουν αντιδράσεις σε ένα κοινό, που θα πρέπει να προσαρμοσθεί σε νέους τρόπους επικοινωνίας ξένους προς τις μέχρι τώρα πρακτικές.
Σημαντική προτεραιότητα πρέπει να αποτελέσει και η συστηματική ενίσχυση των δραστηριοτήτων που αναφέρονται στην έρευνα και την καινοτομία σε συνδυασμό με την επιχειρηματικότητα. Η συνεκτική προώθησή τους οδηγεί στη μακροχρόνια οικονομική ανάπτυξη, όπως έχει διαπιστωθεί και από τη διεθνή πρακτική. Μοχλός είναι η εκπαίδευση και η συνεχής κατάρτιση.
Η αλλαγή έχει ως κύρια προϋπόθεση τον εντοπισμό των στόχων και τη συστηματική προετοιμασία για την επίτευξή τους. Όμως αυτό δεν αρκεί. Για να γίνουν πράξη τα προγράμματα που εκπονήθηκαν χρειάζονται και άλλα βήματα. Εξίσου σημαντικό στοιχείο της αναγκαίας προετοιμασίας είναι η εκτεταμένη δημόσια πληροφόρηση, η ενημέρωση των πολιτών από τους φορείς των μεταρρυθμίσεων και η κατά το δυνατόν στράτευσή τους για να υπερασπίσουν τους στόχους της προσπάθειας. Η φωνή της αντίδρασης θα είναι δυνατή. Η φωνή της προόδου θα πρέπει να είναι ακόμη πιο ισχυρή. Ήδη από τώρα.
1 στη μορφή της στις 27.7.2020
2 διαΝΕΟσις Οκτώβριος 2020