Η απάντηση στο ερώτημα, αν η οικονομική κρίση υπονομεύει τη δημοκρατία εξαρτάται αποφασιστικά από τι εννοούμε δημοκρατία. Αν δημοκρατία είναι η ομαλή λειτουργία του κοινοβουλίου, η ψήφιση νόμων και η διεξαγωγή εκλογών, των οποίων το αποτέλεσμα είναι αντιπροσωπευτικό της θέλησης του πληθυσμού, η δημοκρατία λειτούργησε στις ευρωπαϊκές χώρες παρά την κρίση ομαλά. Το αποτέλεσμα των εκλογών του 2012 στην Ελλάδα δεν αμφισβητήθηκε και η νέα κυβέρνηση άσκησε τις εξουσίες σύμφωνα με το σύνταγμα. Στην Ιταλία μάλιστα η κρίση οδήγησε στην ανάδειξη ενός νέου πρωθυπουργού και σε μια σημαντική ανανεωτική αλλαγή. Αν όμως η δημοκρατία δεν αφορά μόνο την λειτουργία του πολιτεύματος σύμφωνα με τους συνταγματικούς κανόνες, αλλά ένα ικανοποιητικό επίπεδο ζωής για όλους τους πολίτες, την ύπαρξη δυνατοτήτων και ευκαιριών για μια καλύτερη ζωή, την κοινωνική δικαιοσύνη η οικονομική κρίση είχε χωρίς αμφιβολία αρνητική επίδραση στη λειτουργία της δημοκρατίας. Ο αριθμός των ανέργων που ξεπέρασε κάθε προηγούμενο στην Ελλάδα και στην Ισπανία, η αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων και ο εκτεταμένος περιορισμός των εισοδημάτων της μεσαίας τάξης και των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων το αποδεικνύουν.
Η οικονομική κρίση που ζήσαμε και ζούμε συνδέεται με την ευρύτερη πολιτική αδυναμία των ευρωπαϊκών κρατών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης να χειριστούν τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν στη φάση αυτή της εξέλιξής τους. Σημαντικά προβλήματα όπως οι περιφερειακές ανισότητες της Ένωσης, η ελλιπής οικονομική διακυβέρνηση της Ευρωζώνης, το μεταναστευτικό και η απουσία ελέγχου των κινήσεων κεφαλαίου στις παγκοσμιοποιημένες αγορές δεν αντιμετωπίζονται ικανοποιητικά. Η οικονομική και πολιτική κρίση τόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και στα κράτη μέλη συνδέονται, συμπλέκονται και αλληλοεπηρεάζονται.
Παράδειγμα της διασύνδεσης πολιτικής και οικονομικών κρίσεων στην Ελλάδα υπήρξε η τεράστια σπατάλη πόρων κατά το διάστημα 2004-2009 για πελατειακές κομματικές εξυπηρετήσεις και κομματικούς διορισμούς. Έτσι κατά την πενταετία αυτή μόνο οι δαπάνες του δημοσίου για αμοιβές αυξήθηκαν συνολικά κατά 4,5% δις σε σχέση με την αύξηση της προηγούμενης οκταετίας χωρίς να υπάρχουν αντίστοιχες εισπράξεις. Ήταν μία από τις αιτίες του εκτροχιασμού. Κύρια αιτία της κρίσης στην Ευρωζώνη υπήρξε επίσης η πολιτική απροθυμία ουσιαστικού ελέγχου των τραπεζών από τα κράτη μέλη και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Οι τράπεζες χορήγησαν ανεμπόδιστα δάνεια σε κράτη και επιχειρήσεις σε ύψος πολύ μεγαλύτερο από τα κεφάλαιά τους, δάνεια τα οποία δεν μπορούσαν αργότερα να εισπράξουν με αποτέλεσμα να διατρέξουν τον κίνδυνο πτώχευσης. Οι κυβερνήσεις αναγκάστηκαν να επέμβουν για να τις διασώσουν, εξάντλησαν τα αποθέματά τους και δεν διέθεταν πια χρήματα για να λειτουργήσουν.
Η κρίση στις διάφορές της μορφές είναι συνέπεια των μεγάλων κοινωνικών και οικονομικών μεταβολών που έχουν συντελεστεί, της παγκοσμιοποίησης, της όλο και πιο περιορισμένης εξουσίας του κράτους έθνους, της εισαγωγής νέων τεχνολογιών, της ανάγκης της κοινωνίας και των θεσμών της να προσαρμοστούν σε νέα δεδομένα. Η αντιμετώπιση αυτών των θεμάτων απαιτεί νέους τρόπους λειτουργίας της κοινωνίας, ανακατανομή πόρων, διαρθρωτικές αλλαγές, νέες μορφές κοινωνικών πολιτικών. Αλλαγές όμως προκαλούν κοινωνικές αναταράξεις και συναντούν ένα μέτωπο αντίρρησης που προέρχεται από διαφορετικές κοινωνικές ομάδες και περιλαμβάνει πολλές διαφορετικές και μεταξύ τους ασυμβίβαστες και συγκρουόμενες απόψεις και επιδιώξεις. Κοινό τους στοιχείο η απόρριψη κάθε μεταρρύθμισης που συνεπάγεται περιορισμό κεκτημένων πρακτικών, κατάργηση προνομίων, απαλλαγές από φόρους, αναμόρφωση συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων, νέους τρόπους εργασίας. Η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, αν και είναι μέτρο που σαφέστατα θα βελτίωνε την ποιότητα της εκπαίδευσης, συζητείται στην Ελλάδα ήδη από το 1998 χωρίς αποτέλεσμα μέχρι τώρα. Οι εκπαιδευτικοί δεν την αποδέχονται.
Σε μια κοινωνία στην οποία κυριαρχούν τα μεσαία στρώματα και οι ταξικές διαφορές δεν είναι πια ιδιαίτερα έντονες τα κυρίαρχα πολιτικά κόμματα είναι πολυσυλλεκτικά. Εκπροσωπούν ταυτόχρονα διάφορες κοινωνικές ομάδες, των οποίων τα συμφέροντα και οι απόψεις διαφέρουν και αντιτίθενται. Κρίσιμο για την κατάκτηση της εξουσίας είναι να μην αποξενωθεί το κόμμα από καμία από αυτές. Να προσεταιριστεί ψηφοφόρους και αν ακόμη δεν ταυτίζονται με τον κύριο όγκο των οπαδών του. Ο κομματικός λόγος γι’ αυτό είναι γενικόλογος, αφηρημένος και αποσαφηνίζει τα ελάχιστα δυνατά. Η συνέπεια και η ειλικρίνεια θεωρούνται παράγοντες που περιορίζουν τις πιθανότητες εκλογικής νίκης. Ο σχεδιασμός των κομμάτων είναι βραχυπρόθεσμος. Σε όλα τα μεγάλα θέματα οι εξαγγελλόμενες αλλαγές περιορίζονται σε ελάχιστες παρεμβάσεις. Γι’ αυτό και όταν τα κόμματα έρθουν στην εξουσία αντιμετωπίζουν μόνο τα τρέχοντα προβλήματα και αναβάλλουν τις ουσιαστικές λύσεις για το αύριο. Το τυχόν πολιτικό κόστος αποτελεί ισχυρό παράγοντα ματαίωσης ή αναβολής πρωτοβουλιών. Τα κόμματα μπορεί να κάνουν και στροφή 1800 μοιρών στις απόψεις τους για να διατηρηθούν έτσι στην εξουσία. Το πιο πρόσφατο παράδειγμα στην Ελλάδα αποτελεί η στάση της Νέας Δημοκρατίας απέναντι στο Μνημόνιο και τη σταθεροποιητική πολιτική. Αφού τα κατήγγειλε, τα εφάρμοσε χωρίς δισταγμούς ως κυβέρνηση. Το ΠΑΣΟΚ υποστήριζε το 2009, ότι λεφτά υπάρχουν για βελτίωση εισοδημάτων και κοινωνικές παροχές, για να ανακοινώσει αφού ανέλαβε την εξουσία, ότι λεφτά δεν υπάρχουν και η χώρα χρειάζεται διεθνή βοήθεια. Η στάση αυτή των κομμάτων επηρεάζει αρνητικά την ποιότητα της δημοκρατίας. Είναι η αιτία οικονομικών και κοινωνικών κρίσεων και της υστέρησης της χώρας μας.
Η σημαντική ενίσχυση των κομμάτων που αμφισβητούν το υπάρχον δημοκρατικό πολίτευμα, όπως η Χρυσή Αυγή, το ελληνικό νεοφασιστικό κόμμα, είναι απόρροια των λαϊκίστικων τακτικών των παραδοσιακών κομμάτων, που εφαρμόστηκαν ανενδοίαστα από το 2004 και μετά. Όταν απουσιάζει μια συγκεκριμένη πολιτική, όταν δεν υπάρχει το θάρρος για ειλικρίνεια, οι ανεκπλήρωτες υποσχέσεις γίνονται αιτίες αγανάκτησης. Οι διαμαρτυρίες συνοδεύονται από κάθε λογής ουτοπίες όπως ότι η δραχμή θα επαναφέρει την χαμένη ανταγωνιστικότητα ή ότι η Ελλάδα δεν χρειάζεται την οικονομική συμπαράσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διότι η Ρωσία ή η Κίνα θα τις προσφέρουν τα αναγκαία κεφάλαια. Η προσαρμογή στα δεδομένα της νέας εποχής γίνεται ακόμη πιο δύσκολη.
Μια θεμελιώδης αλλαγή είναι αναγκαία. Πρέπει να δημιουργηθεί μια σαφής δομή οικονομικής διακυβέρνησης. Οι χώρες της Ευρωζώνης πρέπει να αποφασίσουν πολιτικές πρωτοβουλίες και συνταγματικές μεταρρυθμίσεις ώστε να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά την κρίση και το δημοκρατικό έλλειμμα της Ένωσης.
Το ζητούμενο σήμερα να προσδιορίσουμε αρχές, κατευθύνσεις και μέσα που θα διασφαλίσουν τη δημοκρατική λειτουργία της κοινωνίας παρά την ισχυροποίηση της αγοραίας νοοτροπίας, την ανάδειξη νέων κέντρων οικονομικο-πολιτικής εξουσίας, τη στενότερη διασύνδεση της χώρας με το παγκόσμιο περιβάλλον και τη μειωμένη απήχηση των παραδοσιακών πολιτικών κομμάτων. Καθοριστικό μέσο για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος είναι μια πολιτική που δεν επικεντρώνεται στην κατάκτηση και διαχείριση της εξουσίας, την οργάνωση και καθοδήγηση μηχανισμών, την κομματικοποίηση, αλλά επιδιώκει να αντιμετωπίσει τα ουσιαστικά προβλήματα της κοινωνίας και του πολίτη. Μια πολιτική που αφορά την ανάπτυξη, την απασχόληση, το εισόδημα, το περιβάλλον, την καθημερινότητα του πολίτη. Μια πολιτική που δεν προσφέρει μόνο γενικολογίες, ωραιοποιήσεις, καθησυχαστικές διαβεβαιώσεις, αλλά διαπραγματεύεται με κοινωνική ευαισθησία συγκεκριμένα μέτρα, οικονομικά εφαρμόσιμα, με αποτίμηση των επιπτώσεων και της συνολικής συμβολής στην ανάπτυξη. Μια πολιτική που στηρίζεται στην παιδεία, στη γνώση, στην πληροφόρηση, στη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών, στο ήθος που προκύπτει από την πίστη στις δημοκρατικές αξίες.