Κυρίες και κύριοι,
Το 1996 συμπυκνώνει με τον πιο εκφραστικό τρόπο το αποτέλεσμα της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής της κυβέρνησής μας στα 3 τελευταία χρόνια. Η ελληνική οικονομία κινείται σήμερα με ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ 2,6%. Είναι ο τέταρτος υψηλότερος ρυθμός ανάπτυξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση και οδηγεί σε μία πραγματική σύγκλιση προς το αναπτυξιακό επίπεδο της Ευρώπης. Κατά τη διάρκεια διακυβέρνησης του ΠΑ.ΣΟ.Κ. η οικονομία μας αναπτύσσεται τρισήμισυ φορές ταχύτερα απ’ ότι το 1990 έως το 1993.
Το 1996 είναι επίσης έτος εκκίνησης ενός θεαματικού επενδυτικού άλματος. Το πιο κρίσιμο στοιχείο της ανάπτυξης οι επενδύσεις αυξάνονται στην τριετία με μέσο ετήσιο ρυθμό 6% περίπου έναντι 1,4% το 1990 – 1993, τέσσερις φορές πιο πολύ. Δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις κινούνται το 1996 με ρυθμό αύξησης 11%, δηλαδή 4 φορές πάνω από το ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ. Η Ελλάδα θα είναι πρώτη στην Ευρωπαϊκή Ένωση από πλευράς ρυθμού αύξησης βιομηχανικών επενδύσεων. Η επενδυτική αυτή έκρηξη αποτελεί συνέχεια ενός θετικού επενδυτικού κλίματος, που είχε ήδη αρχίσει να διαμορφώνεται στα προηγούμενα χρόνια και ακόμα δεν έχει καν κορυφωθεί. Σηματοδοτεί την έναρξη των μεγάλων δημοσίων έργων, τη βελτίωση και την εμπιστοσύνη των επενδυτών στην οικονομική πολιτική και τις προοπτικές που η πολιτική μας οικοδομεί. Η μείωση των ονομαστικών και ιδιαίτερα των πραγματικών επιτοκίων επέτρεψε στις επιχειρήσεις να δώσουν ουσιαστικές αυξήσεις στους εργαζόμενους αλλά και να βελτιώσουν την αποδοτικότητα και την ανταγωνιστική τους ικανότητα και να προχωρήσουν σε επενδυτικές πρωτοβουλίες.
Αντιστρέψαμε την αποβιομηχάνιση. Η βιομηχανική παραγωγή για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια πήρε ανοδική πορεία και αυξήθηκε με ρυθμό κοντά στο 2% (1994 – 1996) έναντι μέσων ετήσιων ρυθμών μείωσης –2% το 1990 – 1993.
Η πορεία αυτή είχε άμεσα αποτελέσματα για τους εργαζόμενους. Στα τρία αυτά χρόνια η απασχόληση αυξήθηκε κατά 150 χιλιάδες νέες θέσεις και η τάση αύξησης της ανεργίας αναστράφηκε.
Τα βασικά επιτόκια των τραπεζών έχουν υποχωρήσει από τις αρχές του 1995 κατά 5-6 εκατοστιαίες μονάδες και έχουν διαμορφώσει ευνοϊκές προοπτικές για υψηλότερους ρυθμούς αύξησης των επενδύσεων και της οικονομικής δραστηριότητας.
Η αναπτυξιακή δυναμική που η κυβέρνηση είχε εγγυηθεί είναι σήμερα πραγματικότητα. Και η ορατή και βέβαιη επιτάχυνσή της επίσης. Η Κυβέρνησή μας δεν υπόσχεται – δημιουργεί – εγγυάται.
Ο πληθωρισμός σημειώνει περαιτέρω βελτίωση και θα διαμορφωθεί το 1996 στο 8,2% σε μέσα επίπεδα, εμφανίζοντας περαιτέρω πτώση κατά 1 μονάδα έναντι του 1995. Συνολικά, στην τριετία, ο μέσος ετήσιος πληθωρισμός θα έχει διαμορφωθεί στο 9,5% έναντι 17,5% το 1990 – 1993.
Οι εργαζόμενοι για τρίτο κατά σειρά έτος θα πάρουν αυξήσεις πάνω από τον πληθωρισμό. Στους εργαζόμενους στο δημόσιο τομέα, η βελτίωση της οικονομίας μας επέτρεψε να κάνουμε ειδικές ρυθμίσεις, που οδήγησαν σε πραγματικές αυξήσεις των απολαβών τους πάνω από την εισοδηματική πολιτική. Η πολιτική μας αυτή αντέστρεψε τα αποτελέσματα της εισοδηματικής επίθεσης που είχαν δεχθεί στην τριετία 1990 – 1993 οι εργαζόμενοι, οι αγρότες, τα φτωχότερα στρώματα της κοινωνίας μας.
Αντί της μείωσης των μισθών 4% κάθε χρόνο το 1990 – 1993 περάσαμε σε σταθερή ετήσια αύξηση 1,8%. Αποκαταστήσαμε τις αξίες της κοινωνικής δικαιοσύνης, της αναγνώρισης του εργαζόμενου ως πρωταρχικού στοιχείου της κοινωνίας, της συμμετοχής όλων όχι μόνο στις θυσίες αλλά και στα αποτελέσματα της προόδου στην οποία οδηγούν οι θυσίες αυτές.
Οι δημοσιονομικοί μας στόχοι θα επιτευχθούν, όπως και τα δύο προηγούμενα χρόνια, χωρίς αποκλίσεις από το Πρόγραμμα Σύγκλισης.
Σταθεροποιήσαμε το δημόσιο χρέος προς το ΑΕΠ στο 110% περίπου, έπειτα από μία αλματώδη αύξησή του από 81% το 1990 στο 112% το 1993. Το έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης θα μειωθεί το 1996 στο 7,6% έναντι 9% το 1995.
Σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε το 1993 η εμπιστοσύνη των επενδυτών Ελλήνων και διεθνών στη δημοσιονομική και οικονομική πολιτική της χώρας είναι έκδηλη. Η εισροή επιχειρηματικών κεφαλαίων διογκώνεται συνεχώς χρόνο με το χρόνο σε όφελος της ανάπτυξης της χώρας. Τα συναλλαγματικά διαθέσιμα της χώρας έχουν φθάσει στο ύψος ρεκόρ των 17 δις δολαρίων.
Η κυβέρνηση έχει κάνει ουσιαστική πρόοδο στη δημιουργία ενός σύγχρονου και αποτελεσματικού φορολογικού συστήματος. Η αλλαγή στους κανόνες συμπεριφοράς είναι ορατοί. Δεν περιμένουμε μόνο από τους μισθωτούς να συμβάλουν στη δημοσιονομική εξυγίανση. Σε μία ευρωπαϊκή κοινωνία πρέπει όλες οι οικονομικές κατηγορίες να συμμετέχουν στα βάρη του Προϋπολογισμού. Αυτό έχει αρχίσει να διαφαίνεται. Η συμμετοχή των μισθωτών και συνταξιούχων στο σύνολο των φόρων μειώθηκε από το 60% το 1993 στο 53,5% το 1995. Μία τεράστια αλλαγή σε 3 χρόνια. Το σύστημα έγινε δικαιότερο. Η συμμετοχή των έμμεσων φόρων στα φορολογικά έσοδα μειώθηκε από το 70% το 1993 στο 65% σήμερα.
Όποιοι στο χώρο της αντιπολίτευσης μιλούν για οικονομική επιδείνωση και αδιέξοδα διακατέχονται από το σύνδρομο της αντιπολιτευτικής ανευθυνολογίας. Δεν είναι άλλωστε η πρώτη φορά που η αντιπολίτευση χρησιμοποιεί το όπλο της καταστροφολογίας, παρά την επανειλημμένη διάψευσή της από τις εξελίξεις και έγκυρους διεθνείς οργανισμούς.
Κυρίες και κύριοι,
Οι ειδικοί λόγοι που ανάγκασαν την κυβέρνηση να προσφύγει πρόωρα στις εκλογές είναι γνωστοί. Για την οικονομία η εξέλιξη αυτή θα έχει ευεργετικά αποτελέσματα. Μέσα σε δύο εβδομάδες θα έχουμε ξεπεράσει όλο εκείνο το διαβρωτικό προεκλογικό κλίμα, τις υποσχέσεις και τις ανέξοδες παροχολογίες της αντιπολίτευσης που θα αποσταθεροποιούσαν για άλλους 12 μήνες τη χώρα. Το όφελος της οικονομίας, το όφελος του Έλληνα εργαζόμενου και φορολογούμενου θα είναι σημαντικό. Θα αποτελεί μία επιπλέον συνεισφορά της κυβέρνησής μας στον ελληνικό λαό, στην πολιτική οικονομικής ανάπτυξης και εξυγίανσης που τόσο έχει ανάγκη η χώρα.
Το 1996 θα είναι η πρώτη φορά στις τελευταίες έξι εκλογές, που σπάει η λογική του εκλογικού κύκλου και στην οποία τα οικονομικά μεγέθη δεν θα επιδεινωθούν λόγω εκλογών. Ο λαός δεν έχει να φοβηθεί για προεκλογικές σπατάλες, όπως το 1993. Επιτέλους, δεν είναι δυνατόν να ανατρέπουμε κάθε 3 ή 4 χρόνια τις θυσίες των εργαζομένων και να ξαναβρισκόμαστε κάθε φορά στην ίδια αφετηρία, στην ίδια τελευταία και προβληματική θέση σε μία Ευρώπη που προχωράει συνεχώς προς τα εμπρός.
Κυρίες και κύριοι,
Η ελληνική οικονομία βρίσκεται σήμερα σε ένα ιδιόμορφο μεταίχμιο. Χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερα θετικές επιδόσεις σε όλα τα μέτωπα. Χωρίς αμφιβολία, χαρακτηρίζεται από τις καλύτερες επιδόσεις εδώ και πάρα πολλά χρόνια, τόσο σε όρους μακροοικονομικούς, όσο και αναπτυξιακούς. Η επιβεβαίωση έρχεται από κάθε αντικειμενικό παρατηρητή, μέσα και έξω από τη χώρα. Έχουμε διεθνές κύρος και μπορούμε να είμαστε αξιόπιστοι συνομιλητές και διαπραγματευτές. Ταυτόχρονα όμως, η χώρα μας βρίσκεται μπροστά σε μία δύσκολη πορεία, αν θέλει να πετύχει τους στόχους που έχουν θέσει οι 15 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η οικονομία σήμερα, βρίσκεται αντιμέτωπη με την αναγκαιότητα να πετύχει αύριο ακόμη μεγαλύτερη πρόοδο και επιδόσεις, ώστε να αποτρέψει τον αποκλεισμό της από τη νέα Ευρωπαϊκή Ένωση. Δεν αρκεί να προχωράμε με τους δικούς μας ρυθμούς, όταν οι άλλοι τρέχουν γρηγορότερα. Αυτό, δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς προσπάθεια. Πρέπει, κοιτάζοντας προς τα εμπρός, να συνεχίσουμε στην κατεύθυνση της επίτευξης μίας λεπτής ισορροπίας αναπτυξιακών επιδόσεων και μακροοικονομικής σταθεροποίησης. Η σημερινή αφετηρία είναι ευνοϊκή, αλλά και ο στόχος φιλόδοξος και οι δυσκολίες επίτευξής του προκλητικές.
Από το 1981 μέχρι σήμερα, η χώρα μας με την ένταξή της στην ΕΟΚ πέρασε πολλά στάδια προσαρμογής και πιέσεων. Υποστήκαμε κόστος, αλλά αντλήσαμε και σημαντικά οφέλη. Είμαστε μέλος μίας Κοινότητας, στην οποία πολλές άλλες χώρες, η Τουρκία, οι πρώην σοσιαλιστικές χώρες, δίνουν σκληρή μάχη για να συμμετάσχουν. Θα ήταν καθαρή ήττα της χώρας μας, εμείς που είμαστε μέσα, να ωθηθούμε προς τα έξω.
Σήμερα, στην Ευρωπαϊκή Ένωση προωθείται η Οικονομική και Νομισματική Ένωση, η υλοποίηση της οποίας θέτει πρόσθετες πιέσεις σε όλους. Η μη εκπλήρωσή τους θα οδηγήσει ευθέως τις πιο αδύναμες χώρες σε σχηματισμούς δεύτερων και τρίτων κύκλων υποβάθμισης. Αν διστάσουμε και αμφιταλαντευτούμε, δειλιάζοντας μπροστά στις ανάγκες της προσαρμογής, θα βρεθούμε πριν τα τέλη του αιώνα αντιμέτωποι μ’ ένα πολλαπλάσιο κόστος προσαρμογής στο βιοτικό μας επίπεδο και με σοβαρές επιπτώσεις για τα εθνικά μας θέματα.
Η εισροή κοινοτικών πόρων, το εισόδημα του Έλληνα αγρότη, οι επενδύσεις, η ευημερία της χώρας, η πορεία θεμάτων της εξωτερικής μας πολιτικής, θα επηρεαστούν άμεσα από την ικανότητα όλων μας να πετύχουμε ή όχι την προσαρμογή που απαιτείται. Με την προοπτική αυτή, εμείς δεν είμαστε διατεθειμένοι να παίξουμε. Δεν είμαστε διατεθειμένοι να κάνουμε παροχές, που είτε είναι εξωπραγματικές και ανέφικτες είτε θα ακυρωθούν με άλλες παράλληλες μεθόδους και μέτρα την ίδια στιγμή που θα παραχωρούνται.
Η ανάπτυξη, η αποκατάσταση υγιών συνθηκών στα δημοσιονομικά και στον πληθωρισμό και η ισότιμη συμμετοχή μας στις ευρωπαϊκές εξελίξεις δεν είναι η μοναδική πρόκληση που αντιμετωπίζουμε ως χώρα. Δεύτερο κεντρικό δίλημμα που η Ελλάδα των εργαζομένων, η ελληνική κοινωνία έχει να απαντήσει είναι ο χαρακτήρας της κοινωνίας που θέλουμε να έχουμε αύριο και μέχρι το 2000. Ζούμε σε μία περίοδο όπου οι άνεργοι, οι νέοι, τα μειονεκτούντα στρώματα της κοινωνίας, το ίδιο το Κοινωνικό Κράτος, βρίσκονται παντού σε συνεχή αμφισβήτηση από τις συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις. Το ζήσαμε το 1990 – 1993, παρά τις τότε προεκλογικές υποσχέσεις της Νέας Δημοκρατίας.
Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. το 1981, έφερε για πρώτη φορά την κοινωνική διάσταση στην πολιτική. Εμείς την επαναφέραμε το 1993 παρά τη δύσκολη οικονομική κατάσταση που κληρονομήσαμε μετά το 1989 – 1993. Τηρήσαμε το Κοινωνικό μας Συμβόλαιο και αποκαταστήσαμε την κοινωνική ειρήνη, με πολλαπλά οφέλη για όλους. Το 1990 – 1993 χάθηκαν κατά μέσο όρο 8.428.000 ώρες το χρόνο από απεργίες και κοινωνικές αναταραχές. Η διαφορά ως προς τις επιπτώσεις για τις επενδύσεις, την παραγωγή και την απασχόληση είναι προφανής.
Η κοινωνία μας σήμερα βρίσκεται μπροστά στη θεμελιακή επιλογή αν θα προχωρήσει προς την ίδια κατεύθυνση, μία κατεύθυνση όπου το κοινωνικό στοιχείο θα διαπλέκεται με το οικονομικό και θα αποτελεί γενικότερα ένα κρίσιμο συστατικό του πολιτικού στοιχείου ή προς την κατεύθυνση του φιλελεύθερου συντηρητισμού, όπου η κοινωνική διάσταση θα υποστεί ανελέητα όλο το βάρος της οικονομικής προσαρμογής.
Για την κυβέρνησή μας, η σύζευξη πολιτικού, οικονομικού, κοινωνικού στοιχείου δεν αποτελεί μόνο μία επιλογή που ανταποκρίνεται στο σύστημα αξιών μας, την ιδεολογία μας. Πιστεύουμε επιπλέον, ότι καμία πολιτική δεν θα πετύχει τους στόχους της αν δεν κερδίσει την κοινωνία αν δεν κάνει τις ευρύτερες κοινωνικές ομάδες συμμέτοχους στις απαιτήσεις, αλλά και στα αποτελέσματά της.
Σκοπός μας δεν είναι μόνο μία ισχυρή Ελλάδα. Αλλά και μία Ελλάδα με καλύτερη ποιότητα ζωής, διαφορετική ποιότητα σχέσεων κράτους – πολίτη, μία Ελλάδα όπου οι μηχανισμοί της ελεύθερης αγοράς δεν θα δρουν ανεξέλεγκτα και αδιάκριτα σε βάρος της κοινωνίας. Θα βρίσκονται υπό έλεγχο και θα εξυπηρετούν τις κοινωνικές δυνάμεις.
Κυρίες και κύριοι,
Σε δύο βδομάδες από σήμερα, θα διεξαχθούν οι εκλογές που η ίδια η κυβέρνηση ζήτησε. Είναι κανόνας η κυβέρνηση να κάνει κάθε Σεπτέμβριο απολογισμό του οικονομικού της έργου, απολογισμό που φέτος συνδέεται και με τις εκλογές. Η κυβέρνησή μας θεωρεί πως το έργο αυτό, και ιδιαίτερα ό,τι έγινε στον τομέα της οικονομικής και της κοινωνικής πολιτικής αποτελούν σημαντική συμβολή προς όλους τους Έλληνες. Όμως πιστεύουμε, ότι η εκλογή της 22ας Σεπτεμβρίου πρέπει να γίνει με το βλέμμα προς τα εμπρός, όχι προς τα πίσω. Σε τελική ανάλυση, ο λαός. Οι εργαζόμενοι, οι επαγγελματίες επιλέγουν μέσα από τις προσδοκίες, μικρές ή μεγάλες, τις επιθυμίες τους για το μέλλον των ίδιων και των παιδιών τους. Τι έκαναν η Νέα Δημοκρατία και το ΠΑ.ΣΟ.Κ. στα χρόνια που διακυβέρνησαν μετράει λιγότερο από το τι προοπτική διανοίγουν στην πορεία προς το 2000.
Ο Έλληνας πολίτης καλείται να επιλέξει για την κυβέρνηση εκείνη, που στο τέλος του αιώνα μας θα έχει πετύχει να αντιμετωπίσει με επιτυχία τις προκλήσεις της εξωτερικής πολιτικής, να μετατρέψει τις θυσίες του λαού σε όραμα και προοπτική, να δημιουργήσει μία αναπτυξιακή δυναμική, να οικοδομήσει νέους θεσμούς, να διασφαλίσει την κοινωνική συνοχή, να αναδείξει νέες αξίες και να φέρει την Ελλάδα σε μία θέση πιο ισχυρή στο πεδίο των διεθνών σχέσεων. Αυτοί είναι οι στόχοι μας.
Τα χρόνια που ακολουθούν, απαιτούν μία διακυβέρνηση με όραμα, με υπευθυνότητα και με ευαισθησία για τα ανθρώπινα προβλήματα. Έχουμε ευοίωνες προοπτικές, αλλά και συνεχή δουλειά. Έχουμε ανάγκη, για μία ευθύγραμμη πορεία χωρίς πισωγυρίσματα.
Σήμερα η διανομή αφειδών υποσχέσεων αποτελεί υπογραφή επιταγών χωρίς αντίκρυσμα. Σύντομα οδηγούν τον εκδότη τους σε πτώχευση και τον παραλήπτη τους σε απόγνωση. Η κυβέρνηση θα εξακολουθήσει το δρόμο της ανάπτυξης, που δημιουργεί πλεόνασμα. Το δρόμο της διοχέτευσης του πλεονάσματος αυτού για τον περιορισμό των κοινωνικών προβλημάτων και την ανάπτυξη. To δρόμο της δημοσιονομικής εξυγίανσης, που κάνει το φορολογικό σύστημα πιο δίκαιο και πιο αποτελεσματικό και οδηγεί σε μείωση του πληθωρισμού και της εξάρτησης.
Η μεγάλη εξάρτηση του δημοσίου και όλης της οικονομίας από τους δανειστές κάνει ασφυκτικά τα περιθώρια άσκησης πολιτικής. Ας δούμε την πραγματικότητα με νηφαλιότητα. Αναπτυξιακή πολιτική, κοινωνική πολιτική, αμυντική πολιτική, εξωτερική πολιτική που εξαρτώνται και βυθίζουν τη χώρα στα δάνεια είναι αδιέξοδες. Ακυρώνουν τον ίδιο το στόχο.
Κυρίες και κύριοι,
Εσείς που βρίσκεστε στην αίθουσα αυτή, ο κόσμος που μας παρακολουθεί σε όλη την Ελλάδα, το πρώτο που θέλετε να ξέρετε είναι η πολιτική που θα ακολουθήσει η κυβέρνησή μας στο πεδίο της οικονομίας.
Έχουμε να διαπραγματευτούμε τη νέα Συνθήκη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι μία δύσκολη διαπραγμάτευση. Οι οικονομικές μας επιδόσεις θα επηρεάσουν αναμφίβολα τη διαπραγματευτική μας δύναμη στη διαδικασία αυτή.
Στο μακροοικονομικό επίπεδο η δημοσιονομική εξυγίανση, η εξισορρόπηση των μεγεθών και η μείωση της δανειακής εξάρτησης του Κράτους αποτελούν πρωταρχικές επιδιώξεις της πολιτικής μας. Η περαιτέρω αποκλιμάκωση του πληθωρισμού κατά 2-2,5 τουλάχιστον εκατοστιαίες μονάδες, η μείωση του ελλείμματος του κρατικού τομέα ως ποσοστό του ΑΕΠ κατά 3,4 εκατοστιαίες μονάδες όπως προβλέπει το Πρόγραμμα Σύγκλισης και η επιτάχυνση της αύξησης του ΑΕΠ στο 3% αποτελούν τους τρεις βασικούς στόχους της μακροοικονομικής πολιτικής μας για το 1997.
Το 1997 η νομισματική και συναλλαγματική πολιτική θα εξακολουθήσει να έχει ως πρωταρχικό σκοπό τη σταθερότητα και τη στήριξη της αντιπληθωριστικής πολιτικής. Με αυτό τον τρόπο θα διαμορφωθούν κατάλληλες συνθήκες για την περαιτέρω μείωση των επιτοκίων και επομένως την ενίσχυση της επενδυτικής και οικονομικής δραστηριότητας.
Ο προϋπολογισμός του 1997 απαιτεί και αυτός όπως και οι προηγούμενοι σοβαρή προσπάθεια. Όπως και τα προηγούμενα χρόνια η προσπάθεια αυτή θα είναι επιτυχής και θα στηριχθεί στα εξής:
Στο κλίμα πολιτικής σταθερότητας που θα επικρατεί μετά τις εκλογές στη χώρα η υλοποίηση του προϋπολογισμού δεν θα επηρεαστεί από προεκλογικές αποκλίσεις και παροχές σκοπιμότητας.
Σε μία πολύπλευρη δημοσιονομική προσέγγιση, που αξιοποιεί κάθε περιθώριο όπως:Τη μείωση των δαπανών για τόκους, λόγω μείωσης του πληθωρισμού,
τη συγκράτηση των τρεχουσών δαπανών του δημοσίου που θα διευκολυνθεί από την περαιτέρω υποχώρηση του πληθωρισμού,
την προσέλκυση ιδιωτικών κεφαλαίων στη χρηματοδότηση ορισμένων έργων υποδομής,
την ολοκλήρωση μίας σειράς νέων θεσμών όπως τα Ελεγκτικά Κέντρα, η Επιθεώρηση του Κράτους, η Οικονομική Αστυνομία, το Θησαυροφυλάκιο, που θα επιτρέψουν να αντιμετωπίσουμε πιο αποτελεσματικά τις πληγές της φοροδιαφυγής και της παραοικονομίας,
την εκτεταμένη προσπάθεια αναδιάρθρωσης του κρατικού μηχανισμού και την εξοικονόμηση πόρων με καλύτερη οργάνωση, αλλά χωρίς περιορισμό στην προσφορά κοινωνικών χρήσιμων υπηρεσιών του κράτους,
τον εξορθολογισμό στη λειτουργία των ΔΕΚΟ, με την υλοποίηση του νέου νόμου,
τον περιορισμό της σπατάλης και τον εξορθολογισμό των δαπανών στον ευρύτερο δημόσιο τομέα,
κατάργηση των κοινωνικά αδικαιολόγητων φοροαπαλλαγών,
την επιτάχυνση της αναπτυξιακής διαδικασίας και την άνοδο του ΑΕΠ, που διευκολύνει την επίτευξη των στόχων του Προγράμματος Σύγκλισης,
προσεκτική προώθηση διαδικασιών αποκρατικοποίησης.
Η επίτευξη των δημοσιονομικών μας στόχων θα συνδυασθεί με την αλλαγή της λειτουργίας του δημόσιου τομέα. Θα συνεχίσουμε με τις ενέργειες για την εξοικονόμηση δαπανών και την καταπολέμηση της σπατάλης, όπως περιορισμούς στις προσλήψεις και αυστηρότερες προϋποθέσεις και έλεγχοι για κάθε είδους επιχορηγήσεις. Παράλληλα οι πρόσφατες θεσμικές παρεμβάσεις μας για τις Δημόσιες Επιχειρήσεις θέτουν πλέον τις διοικήσεις των επιχειρήσεων αυτών προ των ευθυνών τους και τις αναγκάζουν να λειτουργούν ταχύτερα, διαφανέστερα, αποτελεσματικότερα και με μεγαλύτερη ευαισθησία στις ανάγκες του πολίτη. Προχωρήσαμε σε προκήρυξη για τη θέση του Διευθύνοντος Συμβούλου του ΟΤΕ, μία από τις πιο ριζικές αλλαγές που αφορούν την αποτελεσματικότητα στη Διοίκηση Δημόσιου Οργανισμού.
Η καταπολέμηση της σπατάλης δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά αδήριτη ανάγκη. Η ενίσχυση της Παιδείας, της Υγείας, η προστασία του περιβάλλοντος και της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, η υλοποίηση των επενδυτικών μας προγραμμάτων και η αναβάθμιση της εθνικής αμυντικής μας ικανότητας, προϋποθέτουν την εξεύρεση πόρων που, σε σημαντικό βαθμό, θα προκύψουν από τον εξορθολογισμό της λειτουργίας του Κράτους.
Ο οργανωτικός και λειτουργικός εκσυγχρονισμός του Κράτους αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για την πολιτική μας. Βρισκόμαστε στη διαδικασία υλοποίησης ενός νέου υποδείγματος στις σχέσεις Κεντρικής Εξουσίας και Περιφέρειας, που δημιουργεί νέες σχέσεις Πολίτη και δημόσιας εξουσίας. Θα ολοκληρώσουμε το ιστορικό έργο της Περιφερειακής Αποκέντρωσης.
Στη λογική της αποτελεσματικότερης λειτουργίας του δημόσιου τομέα, η πολιτική αποκρατικοποίησης θα προχωρήσει με γνώμονα την αναπτυξιακή προοπτική τους, την αξιοπιστία των επενδυτών, τη διασφάλιση όσων γίνεται περισσότερων θέσεων εργασίας, με παράλληλη καθιέρωση μέτρων κοινωνικής προστασίας. Ολοκληρώσαμε φέτος την εισαγωγή ενός ποσοστού μετοχών του ΟΤΕ στο Χρηματιστήριο με εξαιρετική επιτυχία. Επίσης, η κυβέρνηση, προχώρησε σε μικτά επιχειρησιακά σχήματα με ιδιώτες επενδυτές για νέα έργα, σε επενδυτικά προγράμματα τεράστιας εμβέλειας, όπως το αεροδρόμιο των Σπάτων, η γέφυρα Ρίου – Αντιρρίου, ο άξονας Σταυρού – Ελευσίνας κ.ά. Πρόκειται για τις μεγαλύτερες μορφές μικτών επιχειρηματικών σχημάτων που έχουν γίνει στη χώρα.
Προσβλέπουμε σε μία κοινωνία ανοικτή, αλλά συνεκτική, στην οποία η όξυνση του ανταγωνισμού η ισχυροποίηση των μηχανισμών της παγκόσμιας αγοράς, η αναγκαία δημοσιονομική εξυγίανση, δεν θα οδηγούν στην εγκατάλειψη της κοινωνικής αλληλεγγύης.
Στη λογική αυτή, δεν θα στηρίξουμε το σταθεροποιητικό μας πρόγραμμα με τη συμπίεση της αγοραστικής αξίας των μισθών. Η εισοδηματική μας πολιτική θα δίνει σταθερά πραγματικές αυξήσεις στους εργαζόμενους, αυξήσεις που όχι μόνο θα τους καλύπτουν για τον πληθωρισμό, αλλά θα εκφράζουν και τη δίκαιη συμμετοχή τους στη βελτίωση του Εθνικού Εισοδήματος. Οι ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις εγγυώνται άλλωστε το αποτέλεσμα αυτό.
Στο δημόσιο τομέα επίσης, στόχος μας επιγραμματικά είναι:
Λιγότερες προσλήψεις. Καλύτερες αμοιβές. Το υλοποιούμε ήδη. Επικυρώσαμε πρόσφατα τις διεθνείς συμβάσεις για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και στο δημόσιο τομέα. Θα εφαρμόσουμε το ενιαίο μισθολόγιο το 1997.
Στη σημερινή περίοδο ενός όλο και εντεινόμενου παγκόσμιου ανταγωνισμού, η αναπτυξιακή μας στρατηγική κινείται σε ένα τριπλό επίπεδο. Έργα υποδομής – Ειδικές πολιτικές – Επενδύσεις στους εργαζόμενους. Η υλοποίηση του προγράμματος των υποδομών μας δημιουργεί ευνοϊκότερους όρους ανταγωνιστικότητας για κάθε πεδίο παραγωγής, βελτιώνει την ποιότητα ζωής και εξασφαλίζει στους εργαζόμενους, στους νέους, στο ανθρώπινο δυναμικό της χώρας τα εφόδια ώστε να έχουν ή να αποκτήσουν μία σταθερή απασχόληση και υψηλές απολαβές.
Στη διετία 1994 – 1995 η δημόσια δαπάνη για το σύνολο του ΚΠΣ ανήλθε περίπου σε ένα τρισεκατομμύριο δραχμές. Μέσα σε ένα έτος, το 1996, θα απορροφηθούν κονδύλια ύψους 965 δις δρχ. περίπου (σχεδόν όσα απορροφήθηκαν στην πρώτη διετία). Το ποσοστό απορρόφησης στο Β΄ ΚΠΣ εκτιμάται ότι θα προσεγγίζει το 100% το 1996. Τους πόρους αυτούς επικεντρώνουμε σε μεγάλα σημαντικά έργα και όχι σε μικρά έργα πελατειακού χαρακτήρα. Στα πλαίσια του A΄ ΚΠΣ το 1993 μόλις 14 έργα είχαν προϋπολογισμό άνω των 5 δις δρχ. Το 1996 στο Β΄ΚΠΣ κατασκευάζουμε 112 έργα με προϋπολογισμό άνω των 5 δις.
Στον τόπο μας πραγματοποιείται μία θεαματική επανάσταση στις μεταφορές, τις επικοινωνίες, την ενέργεια. Μία ολόκληρη κοσμογονία. Έχουν χαραχθεί και διαμορφώνονται οδικοί άξονες, λιμάνια, αεροδρόμια που σπάνε την προαιώνια απομόνωση ολόκληρων περιοχών, δένουν την πατρίδα μας για πρώτη φορά στην ιστορία της σε έναν γεωγραφικό ενοποιημένο χώρο.
Η τεράστια σημασία που έχει το επενδυτικό αυτό πρόγραμμα έκανε αναγκαία την εισαγωγή σημαντικών τομών στο θεσμικό πλαίσιο της χώρας, με πολλαπλές θετικές επιπτώσεις. Εξυγιάναμε το σύστημα εκτέλεσης δημόσιων έργων και τον έλεγχο της ποιοτικής υλοποίησής τους. Αναμορφώσαμε το σύστημα επαγγελματικής κατάρτισης, με στόχο την παροχή πραγματικά χρήσιμων γνώσεων για τους εργαζόμενους, τους άνεργους, τα επιχειρηματικά στελέχη. Συστήσαμε νέα όργανα, όπως η Μονάδα Οργάνωσης Διοίκησης και το Ελληνικό Κέντρο Επενδύσεων. Οι νέοι αυτοί θεσμοί θα στηρίξουν την υλοποίηση του ΚΠΣ και την προώθηση σοβαρών επενδύσεων στην ελληνική οικονομία.
Η αποτελεσματικότητα της στρατηγικής μας φαίνεται από το αποτέλεσμα. Χωρίς να έχει ακόμα πλήρως ξεδιπλωθεί το ΚΠΣ, πετύχαμε μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 2%, έναντι 0,6% στην περίοδο 1990 – 93, στη διάρκεια της οποίας εκτελέστηκε το Α΄ ΚΠΣ. Πετύχαμε τη σημαντική αύξηση της απασχόλησης.
Κεντρικό στοιχείο της αναπτυξιακής μας πολιτικής και άμεσα συνδεδεμένο με την απασχόληση είναι οι επενδύσεις στο ανθρώπινο κεφάλαιο. Διαθέτουμε 1,3 τρις δρχ. για τους ανθρώπινους πόρους μέσα από το ΚΠΣ. Αποφασίσαμε πρόσφατα και είχα την ευκαιρία να τα παρουσιάσω προ ημερών, μία δέσμη καινοτόμων και τολμηρών μέτρων για την καταπολέμηση της ανεργίας τη στήριξη των νέων αλλά και όσων εργάζονται ήδη, όμως είναι ανάγκη να εμπλουτίσουν τα εφόδιά τους.
Στους σημαντικούς τομείς παραγωγής, στον αγροτικό, τη βιομηχανία, τον τουρισμό, το χρηματοπιστωτικό τομέα θεωρήσαμε αναγκαίο να εφαρμόσουμε μία στρατηγική, με κύριο μοχλό τις υλικές και τις επενδυτικές επενδύσεις στο ανθρώπινο κεφάλαιο, θεσμικές προσαρμογές, ειδικά αναπτυξιακά προγράμματα, περιφερειακά ή επιχειρησιακά, και την τεχνογνωσία.
Στη βιομηχανία, βασικοί μοχλοί της πολιτικής μας ήταν η μείωση του κόστους του χρήματος και η πρόσβαση σε πιστώσεις καθώς και οι επενδύσεις. Η μείωση των επιτοκίων που συντελέστηκε μέσω της μείωσης των δημοσιονομικών ελλειμμάτων βελτίωσε την κερδοφορία, την ανταγωνιστικότητα και επέτρεψε την ανάληψη εκτεταμένων επενδυτικών πρωτοβουλιών. Στηρίξαμε το ρεύμα αυτό. Στα 2 ½ χρόνια 1994 – 1996 εγκρίναμε επιχορηγήσεις ύψους 380 δις δρχ.
Οι νέοι χρηματοπιστωτικοί θεσμοί, το leasing, οι εταιρείες αμοιβαίων εγγυήσεων, οι εταιρείες κεφαλαίου επιχειρηματικών συμμετοχών θεσμοθετήθηκαν και μπορούν να λειτουργήσουν.
Για τις ΜΜΕ υλοποιείται ένα πρόγραμμα πολλαπλών κατευθύνσεων, ύψους 370 δις δρχ. για την περίοδο μέχρι το 1999. Νέες δράσεις, που αξιοποιούν τα κοινοτικά κονδύλια που ενισχύουν την ανθεκτικότητα της ΜΜΕ στο διεθνή ανταγωνισμό και δημιουργούν προοπτικές απασχόλησης.
Προχωρήσαμε σε ρύθμιση χρεών προς τα ασφαλιστικά ταμεία, ώστε και οι μικρομεσαίες, ιδιαίτερα, επιχειρήσεις να ανακουφιστούν και τα Ταμεία να μπορέσουν να εισπράξουν τις οφειλές. Η μετατροπή της ΔΕΗ σε κερδοφόρα επιχείρηση επέτρεψε να μειώσουμε το κόστος του ρεύματος για ένα εκατομμύριο εμπόρους, βιοτέχνες, επαγγελματίες.
Θα εξετάζουμε συνεχώς τα προβλήματα που προκύπτουν ώστε χωρίς ακαμψία, αλλά με ανεπτυγμένη αίσθηση κοινωνικής δικαιοσύνης, να προχωρήσουμε στις κατάλληλες λύσεις.
Για τη στήριξη της βιομηχανίας και των ΜΜΕ αποφασίσαμε να ενισχύσουμε το θεσμό των προγραμματικών συμφωνιών σε καίριους τομείς της οικονομίας. Θέλουμε τον ανταγωνισμό, θέλουμε όμως επίσης να στηρίξουμε την εθνική παραγωγή και την απασχόληση. Είναι κεντρικός στόχος κάθε χώρας μέσα και έξω από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Θα αξιοποιήσουμε στο μέγιστο δυνατό κάθε περιθώριο που έχουμε στα πλαίσια των κοινοτικών ρυθμίσεων. Η αναδιάρθρωση των διεθνών επιχειρήσεων όπως πρόσφατα η Goodyear, και στο παρελθόν άλλες μονάδες, πρέπει να αντισταθμίζεται από την ίδρυση νέων δραστηριοτήτων νέων προοπτικών.
Οι αρνητικές επιδράσεις που προκαλεί η διαδικασία αναδιάρθρωσης επικεντρώνονται σε μία σειρά περιπτώσεις με ιδιαίτερη ένταση σε περιοχές με περιορισμένες εναλλακτικές ευκαιρίες επενδύσεων και απασχόλησης. Η κυβέρνηση, η κοινωνία πρέπει στο μέτρο των οικονομικών δυνατοτήτων να συμβάλουν στην άμβλυνση των επιπτώσεων αυτών. Το βάρος να κατανεμηθεί ευρύτερα. Γι’ αυτό θεσπίσαμε αυξημένα κίνητρα για φθίνουσες περιοχές σε 14 νομούς. Για τον ίδιο λόγο στηρίξαμε με αυξημένα μέτρα τους εργαζόμενους σε ειδικές περιπτώσεις επιχειρήσεων.
Με την πολιτική κρατικών προμηθειών που επαναφέραμε το 1995, πετύχαμε σοβαρές εξοικονομήσεις κόστους. Δε διστάσαμε να πάρουμε μέτρα εξυγίανσης διαφόρων τμημάτων της αγοράς όπως οι ασφάλειες, για να προστατέψουμε τον καταναλωτή. Η πολιτική μας για το φάρμακο συνεπάγεται τόσο τη μείωση της συνολικής κρατικής δαπάνης, όσο και την προστασία των καταναλωτών, αλλά και την ενίσχυση της εγχώριας φαρμακοβιομηχανίας.
Το 1997 η εισαγωγή του φυσικού αερίου στη βιομηχανία, στον εμπορικό και τον οικιακό τομέα θα σηματοδοτήσει μία τομή στο ενεργειακό και οικονομικό σκηνικό της χώρας. Το κόστος παραγωγής, η ανταγωνιστικότητα, το περιβάλλον, το κόστος του καταναλωτή, θα επηρεαστούν θετικά.
Στον τουριστικό τομέα γίνεται όλο και πιο σαφές ότι πρέπει να αναπτυχθούν πρωτοβουλίες προς νέες κατευθύνσεις. Η κυβέρνηση υλοποιεί νέου τύπου υποδομές, ορισμένες από αυτές και σε συνεργασία με ιδιώτες επενδυτές. Όμως για να κερδίσουμε την προτίμηση των τουριστών πρέπει να βελτιώσουμε την ποιότητα των υπηρεσιών.
Πρώτα από όλα των κρατικών υπηρεσιών. Τα αεροδρόμια, τα συγκοινωνιακά δίκτυα. Αλλά και το πλήθος των άλλων υπηρεσιών που χρησιμοποιούν Έλληνες και ξένοι τουρίστες. Η συμπεριφορά του κάθε επαγγελματία έχει επιπτώσεις όχι μόνο για τον ίδιο, αλλά και για την περιοχή εγκατάστασής τους, για τη χώρα ολόκληρη.
δ. Ο αγροτικός τομέας
Ο αγροτικός τομές αποτελεί έναν από τους κρισιμότερους τομείς της οικονομικής μας πολιτικής. Κατά τα 3 τελευταία χρόνια οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, κατόρθωσαν να υλοποιήσουν σημαντικό τμήμα των προγραμματικών τους δεσμεύσεων, παρά ορισμένα προβλήματα που σημειώθηκαν σε ειδικούς τομείς παραγωγής.
Όμως ο αγροτικός τομέας καλείται στα επόμενα χρόνια να δώσει μία μάχη επιβίωσης και ανταγωνιστικής αναδιάρθρωσης. Η πολιτική μας για τη στήριξη του αγροτικού τομέα επικεντρώνεται σε έργα που βελτιώνουν την ανταγωνιστικότητα του αγροτικού προϊόντος, συνδέουν καλύτερα το κάθε τμήμα της υπαίθρου με την υπόλοιπη Ελλάδα και με τις διεθνείς αγορές.
Το 1/3 των δαπανών του πακέτου Ντελόρ 2,6, τρις δρχ. αφορούν την ελληνική περιφέρεια και άμεσα ή έμμεσα τους αγρότες. Το εισόδημα, η ανταγωνιστικότητα, η ποιότητα ζωής του Έλληνα αγρότη βελτιώνονται από κάθε ένα από τα εκατοντάδες έργα που εκτελούνται σε κάθε νομό της χώρας.
Ανακοίνωσα πριν λίγες μέρες ορισμένες από τις πιο σημαντικές δεσμεύσεις της κυβέρνησης για τον αγρότη και την ύπαιθρο. Παίρνουμε μέτρα για να ενισχύσουμε το νέο αγρότη, για να τονώσουμε τις αγροτικές επενδύσεις, να βελτιώσουμε τις συνθήκες υγείας και εκπαίδευσης στην ύπαιθρο και να εξασφαλίσουμε στον αγρότη την προοπτική μίας σιγουριάς στην τρίτη ηλικία, που δεν θα τον κάνει εξαρτημένο από κυβερνητικές αποφάσεις.
Έχουμε να επεκτείνουμε τη Βαλκανική μας πολιτική, μία περιοχή στην οποία δίνουμε προνομιακό χαρακτήρα γιατί ιστορικά πολιτικά και οικονομικά, μας προσφέρει ευκαιρίες οικοδόμησης σχέσεων και θέσεων, όσο καμία άλλη ίσως περιοχή έξω από την Ευρώπη.
Είχα την ευκαιρία να αναφερθώ εκτενώς χτες βράδυ στο θέμα αυτό, καθώς και στον καίριο ρόλο της Θεσσαλονίκης, της Βόρειας Ελλάδας. Η χώρα μας έχει κάθε συμφέρον να προωθήσει στα Βαλκάνια τη σταθερότητα και τη συνολική συνεργασία. Έτσι μπορεί να ενισχύσει ασφαλέστερα το ρόλο της στη ζώνη αυτή, αλλά και να ενισχύσει μία δεύτερη ζώνη συνεργασίας που αφορά τις Παραευξείνιες χώρες.
Κυρίες και κύριοι,
Η οικονομία μας κινείται σε μία λεπτή ισορροπία. Η πολιτική που εφαρμόσαμε έδωσε αποτελέσματα που βελτίωσαν καθοριστικά την κατάσταση που παραλάβαμε. Όμως εξακολουθούμε να κινούμαστε σε μία τροχιά με πολλά προβλήματα. Προβλήματα σχετικά με τον τρόπο συμμετοχής της χώρας μας στη νέα Ευρωπαϊκή Ένωση. Προβλήματα σχετικά με την αναδιάρθρωση και την ανταγωνιστική μας ικανότητα, προβλήματα με τα υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα, το δημόσιο χρέος, την αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, την ανεργία. Τα εθνικά μας θέματα με την Τουρκία, απαιτούν επίσης αποφάσεις, με άμεσο χαρακτήρα. Όλους αυτούς τους παράγοντες η κυβέρνηση τους συνεκτιμά καθημερινά στο σχεδιασμό και στην υλοποίηση της πολιτικής της.
Η συνειδητοποίηση των εθνικών προτεραιοτήτων αποτελεί σήμερα το ύψιστο ζητούμενο της κοινωνίας προς την κυβέρνηση. Έχοντας πλήρη επίγνωση των προβλημάτων και με πυξίδα το τρίπτυχο «Ανάπτυξη – Σταθερότητα – Κοινωνική Συνοχή» η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να φέρει σε πέρας το δύσκολο έργο που έχει ξεκινήσει τρία χρόνια πριν.